Η Κύπρος εισπράττει περισσότερα από την Ευρώπη από όσα συνεισφέρει

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της προγραμματικής περιόδου 2007 – 2013, η Κύπρος έχει λάβει περισσότερα από αυτά που έχει εισφέρει στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).  Συγκεκριμένα, για την περίοδο 2007-2013, η Κύπρος έχει συνεισφέρει συνολικά €1 δις στον προϋπολογισμό της ΕΕ και έχει απορροφήσει γύρω στα €1.1 δις, δηλαδή €100 εκατομμύρια περισσότερα.  Το ποσοστό απορρόφησης μέχρι σήμερα ανέρχεται στο 62%, αλλά το ποσοστό αυτό, σύμφωνα με τους αρμοδίους, αναμένεται να αυξηθεί στο 100% μέχρι το τέλος του 2015, ανεξάρτητα από το αν θα έχει ήδη ξεκινήσει η νέα προγραμματική περίοδος.  Η Κύπρος θα συνεχίσει να λαμβάνει χρήματα από την προηγούμενη προγραμματική περίοδο μέχρι και το τέλος του 2015, διότι κάποια έργα δεν θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2013.  Το ότι η Κύπρος έχει καταφέρει αν απορροφήσει περισσότερα από ότι έχει εισφέρει, θεωρείται ως μια μεγάλη επιτυχία, καθώς η Κύπρος είχε καταταγεί ανάμεσα στις «περισσότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες», γεγονός που σημαίνει ότι έχει πρόσβαση σε λιγότερα κονδύλια της ΕΕ, σε σχέση με άλλες «υποανάπτυκτες περιφέρειες», όπως είναι περιοχές της Πολωνίας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας.  Η κατάταξη προσδιορίζεται με το κατά κεφαλήν εισόδημα των πολιτών στην κάθε περιφέρεια.  Η Κύπρος θεωρείται ως μια περιφέρεια και το κατά κεφαλήν εισόδημα της είναι άνω του 90% του Ευρωπαϊκού μέσου όρου αλλά κάτω του 100%, έτσι θεωρείται ως «περισσότερο ανεπτυγμένη περιφέρεια» .  Η εν’ λόγω κατάταξη θα συνεχίσει και κατά την επόμενη προγραμματική περίοδο 2014-2020, στην πορεία όμως, η Κύπρος δικαιούται να ζητήσει αναθεώρηση της κατάταξης της.  Είναι πολύ πιθανόν, η κατάταξη της Κύπρου να αλλάξει στα επόμενα δύο χρόνια αφού το κατά κεφαλήν εισόδημα της μειώνεται συνεχώς.  Ο υπερβολικός δανεισμός της προηγούμενης δεκαετίας, η ψηλή οικονομική ανάπτυξη και η χαμηλή ανεργία, ήταν παράγοντες που διατήρησαν ψηλά το κατά κεφαλήν εισόδημα.  Όμως τα δεδομένα έχουν ανατραπεί, και το κατά κεφαλήν εισόδημα αναμένεται να υποστεί μείωση κατά τουλάχιστον 20%. 

Read more: Η Κύπρος εισπράττει περισσότερα από την Ευρώπη από όσα συνεισφέρει

Το δημόσιο χρέος μειώνει την ανάπτυξη

Ένας από τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να πωλήσει περιουσιακά στοιχεία, όπως οι ημικρατικοί οργανισμοί, φιλέτα γης, και άλλα, είναι για να μειώσει το δημόσιο χρέος έτσι ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο σε βάθος χρόνου.  Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της τροϊκας και του Υπουργείου Οικονομικών, αν όλα πάνε καλά και όπως έχουν συμφωνηθεί στο μνημόνιο, τότε το δημόσιο χρέος θα κυμανθεί γύρω στο 121% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος μέχρι το 2016.  Μια από τις πρόνοιες του μνημονίου αναφέρει ότι αν χρειαστεί, το κράτος θα πωλήσει περιουσιακά στοιχεία για να αντλήσει τουλάχιστον €1.4 δισεκατομμύρια.  Όμως, όλοι γνωρίζουμε ότι ο πραγματικός λόγος για τον οποίου θα πουληθούν περιουσιακά στοιχεία του κράτους είναι για να δημιουργηθεί ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας και για να γίνει η οικονομία πιο ανταγωνιστική.  Όμως, το θέμα μας σήμερα είναι το δημόσιο χρέος, το οποίο δεν μπορούμε να  αναχρηματοδοτήσουμε μέσω των διεθνών αγορών, πόσο μάλλον να το ξοφλήσουμε.  Οι αγορές δεν μας δανείζουν πλέον διότι πιστεύουν ότι δεν θα είμαστε σε θέση να το αποπληρώσουμε.  Βεβαίως δεν είναι τόσο το μέγεθος του δημόσιου χρέους που έχει σημασία, ούτε η δυνατότητα μείωσης του, αλλά η δυνατότητα εξυπηρέτησης του, δηλαδή η καταβολή τόκων επί του υφιστάμενου χρέους και η αναχρηματοδότηση του κάθε φορά που λήγει μέρος του χρέους.  Διότι οι επενδυτές που αγοράζουν τα κρατικά ομόλογα μιας χώρας ενδιαφέρονται να πάρουν τα χρήματα τους πίσω, τόκους και κεφάλαιο, έγκαιρα.  Με την αναχρηματοδότηση, μια χώρα συνάπτει καινούριο δάνειο για να αποπληρώσει ένα παλαιό.  Αυτό κάνουν όλα τα κράτη που έχουν χρέη, και τα κράτη αυτά είναι σχεδόν όλα.  Το δημόσιο χρέος δεν είναι κατ’ ανάγκη κάτι κακό ή μάλλον είναι ένα «αναγκαίο κακό» για να χτιστούν οι απαραίτητες υποδομές σε μια χώρα και να στηρίζει την οικονομία σε περιόδους ύφεσης. 

Read more: Το δημόσιο χρέος μειώνει την ανάπτυξη

Ιδιωτικοποιήσεις, έστω και αργά

Μπορεί οι συνθήκες κάτω από τις οποίες θα γίνουν οι ιδιωτικοποιήσεις να μην είναι ιδανικές, όμως αυτό ήταν τραγικό λάθος των προηγούμενων κυβερνήσεων που δεν τόλμησαν να προχωρήσουν σε ιδιωτικοποιήσεις νωρίτερα.  Νομίζω ότι ούτε και η παρούσα κυβέρνηση θα προχωρούσε σε ιδιωτικοποιήσεις αν δεν ήταν αναγκασμένη να το πράξει.   Aν η κυβέρνηση  προχωρούσε σε ιδιωτικοποιήσεις πριν από 10 ή έστω πριν από πέντε χρόνια, τα έσοδα θα ήταν τουλάχιστον διπλάσια από ότι θα είναι σήμερα.  Ακόμα, αν η κυβέρνηση προχωρούσε νωρίτερα με τις ιδιωτικοποιήσεις και επέβαλε άνοιγμα των αγορών αυτών στον ελεύθερο ανταγωνισμό, όπως προνοούσαν οι οδηγίες της Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης, τότε το όφελος για την οικονομία θα ήταν πολλαπλάσιο, περισσότερες εταιρείες σε κάθε τομέα, περισσότερη ανάπτυξη, περισσότερες θέσεις εργασίας, περισσότερες επιλογές για τον καταναλωτή, ποιότητα υπηρεσιών και χαμηλότερες τιμές.  Όλα αυτά είναι τα οφέλη του ανταγωνισμού, όπως υπάρχουν σήμερα στο λιανικό εμπόριο, υπεραγορές, καταστήματα κλπ, στα ξενοδοχεία, στα κέντρα αναψυχής και σε άλλους τομείς της οικονομίας.  Στους τομείς τηλεπικοινωνιών, ηλεκτροδότησης και λιμανιών, τα συμφέροντα δεν αφήνουν τον ανταγωνισμό να δουλέψει με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να πληρώνουν επιπρόσθετες φορολογίες για να συντηρούν τις υπερβολικές σπατάλες, τη διαπλοκή και τη διαφθορά.  Ο ανταγωνισμός είναι το καλύτερο εργαλείο για την καταπολέμηση της σπατάλης και της διαπλοκής.  Ο ανταγωνισμός είναι το εργαλείο που αναγκάζει τις επιχειρήσεις να νοικοκυρευτούν και να παράγουν σε χαμηλό κόστος, και να προσφέρουν ποιότητα και χαμηλές τιμές στους καταναλωτές.  Οι ιδιωτικοποιήσεις είναι ευλογία για την οικονομία όχι επειδή θα πουληθούν κάποιες κρατικές εταιρείες (ή θα ξεπουληθούν για κάποιους οι οποίοι έχουν συμφέρον ή ιδεολογικές αγκυλώσεις), αλλά επειδή θα ανοίξουν οι αγορές στον ανταγωνισμό. 

Read more: Ιδιωτικοποιήσεις, έστω και αργά

Η αύξηση της παραγωγικότητας εργαλείο ανάπτυξης

Στα χρόνια της ανάπτυξης, η αύξηση της παραγωγικότητας κυμάνθηκε σε   επίπεδα ψηλότερα από αυτά της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), ενώ στα χρόνια της ύφεσης, η παραγωγικότητα είναι χαμηλότερη της αντίστοιχης στην ΕΕ.  Συγκεκριμένα, με βάση τις Στατιστικές της Παραγωγικότητας της Εργασίας που εκδίδει κάθε χρόνο το Κέντρο Παραγωγικότητας, η μέση αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας από το 1996 μέχρι το 2008 ήταν 1.7% κάθε χρόνο,  σε σχέση με 1.6% στην ΕΕ.  Από το 2008 μέχρι το 2012 όμως, μέση ετήσια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στην Κύπρο ήταν 0.3% ενώ στην ΕΕ ήταν 0.8%.  Η αύξηση της παραγωγικότητας είναι κλειδί στην οικονομική ανάπτυξη, καθώς μειώνει το κόστος ανά μονάδα παραγωγής και βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και υπηρεσιών, τόσο στην εγχώρια οικονομία όσο και για τις εξαγωγές.  Η αύξηση της παραγωγικότητας μας επιτρέπει να καταναλώνουμε περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες με χαμηλότερο κόστος.  Μας επιτρέπει επίσης να αυξάνουμε το βιοτικό μας επίπεδο αφού η αύξηση της παραγωγικότητας αυξάνει την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών, η πώληση των οποίων αυξάνει τα εισοδήματα αυτών που παράγουν.  Η παραγωγικότητα υπολογίζεται για κάθε συντελεστή παραγωγής, όπως είναι το εργατικό δυναμικό και το κεφάλαιο.  Οι στατιστικές υπολογίζουν την παραγωγικότητα της εργασίας και την παραγωγικότητα του κεφαλαίου, όμως αυτή που χρησιμοποιείται περισσότερο είναι η παραγωγικότητα της εργασίας, διότι έχει να κάνει με το ανθρώπινο δυναμικό.  

Read more: Η αύξηση της παραγωγικότητας εργαλείο ανάπτυξης

Ιρλανδία και Ισπανία επιστρέφουν στις αγορές χωρίς περιορισμούς

Σε λιγότερα από τρία χρόνια, και μετά από μια σειρά από σκληρά μέτρα λιτότητας, η Ιρλανδία και η Ισπανία κατάφεραν να εξέλθουν από το πρόγραμμα χρηματοοικονομικής στήριξης που τους παρείχε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης (ΕΜΣ).  Οι δύο χώρες μπορούν τώρα να απευθύνονται στις αγορές για δανεισμό χωρίς στήριξη και χωρίς εγγυήσεις.  Στην τελευταία του συνεδρία, το Eurogroup χαιρέτησε την έξοδο της Ιρλανδίας και της Ισπανίας από τα προγράμματα στήριξης, χαιρέτησε επίσης την πρόοδο που επιτεύχθηκε στην Κύπρο και ζήτησε περισσότερα μέτρα από την Ελλάδα.  Η επιτυχία της Ιρλανδίας και της Ισπανίας οφείλονται κυρίως στην ισχυρή δέσμευση τους σε ότι αφορούσε την εφαρμογή των προγραμμάτων που έφεραν τα επιθυμητά αποτελέσματα.  Οι δύο χώρες ακολούθησαν τα μέτρα που είχαν συμφωνηθεί με τους δανειστές τους, και με τον τρόπο αυτό κέρδισαν την εμπιστοσύνη των επενδυτών, που ενδεχομένως να τις δανείσουν στο μέλλον.  Ιρλανδία και Ισπανία έχουν ανακτήσει την χαμένη αξιοπιστία που είχαν απωλέσει όταν τα δημοσιονομικά τους προβλήματα είχαν εκτροχιαστεί και έθεσαν σε κίνδυνο την ικανότητα αποπληρωμής των δανείων τους.  Η Ιρλανδία για παράδειγμα, είχε αποκλειστεί από τις αγορές πριν τρία χρόνια, αφού οι επενδυτές ζητούσαν τόκο 13%-14% για να τη δανείσουν.  Σήμερα, η Ιρλανδία, μπορεί να δανείζεται με 3.5%, όπως και οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης, κάποιες με ψηλότερο και κάποιες με χαμηλότερο επιτόκιο. 

Read more: Ιρλανδία και Ισπανία επιστρέφουν στις αγορές χωρίς περιορισμούς

enasomatou IT Team